Σύμφωνα με τον Έντουαρντ Χόπερ, ο πίνακας Νυχτοπούλια (Nighthawks) εμπνεύστηκε από «ένα εστιατόριο στη Λεωφόρο Γκρίνουιτς της Νέας Υόρκης που βρισκόταν στη διασταύρωση δύο δρόμων». Η εικόνα, με την προσεκτικά κατασκευασμένη σύνθεση και την απουσία αφήγησης, έχει μια ποιότητα άχρονη που υπερβαίνει τον τόπο και τον χρόνο που εκτυλίσσεται η σκηνή. Στον πίνακα απεικονίζεται ένα εστιατόριο που είναι ανοιχτό όλη την νύχτα με τρεις πελάτες, και οι τρεις χαμένοι στις δικές τους σκέψεις. Το φθορίζον φως είχε μόλις αρχίσει να χρησιμοποιείται στις αρχές της δεκαετίας του 1940, επιτρέποντας σε αυτό το ολονύχτιο εστιατόριο να εκπέμπει μια απόκοσμη λάμψη σαν φάρος στη σκοτεινή γωνία του δρόμου. Ο Χόπερ αφαίρεσε κάθε αναφορά στην είσοδο του εστιατορίου και ο θεατής, που τραβιέται στο φως, είναι αποκλεισμένος από τη σκηνή από μια ολόγυρη σφήνα γυαλιού. Οι τέσσερις φιγούρες που εμφανίζονται ως νυχτερινές κουκουβάγιες μοιάζουν τόσο απόμακρες μεταξύ τους όσο και από τον θεατή. Μια από τις πιο γνωστές εικόνες της τέχνης του 20ου αιώνα, έχει επαναδιατυπωθεί και έχει αποτυπωθεί ως παρωδία αμέτρητες φορές. Ta Νυχτοπούλια έχουν μετατραπεί σε ένα σύμβολο της αμερικανικής κουλτούρας.




Τα Νυχτοπούλια
λάδι σε καμβά • 84.1 × 152.4 εκ.